Ladder στα ελληνικά

Μετάφραση: ladder, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίμακα, σκάλα, κλίμακας, κλιμάκωση, λέπι, σκάλας
Ladder στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lachen στα ελληνικά - γελώ, να γελάσω, να γελάσει, για να γελάσει, να γελάς, να γελούν
  • lachwekkend στα ελληνικά - περίγελος, γελοίος, χαζός, γελοία, γελοίο, γέλια, αστείο
  • lade στα ελληνικά - συρτάρι, συρταριού, το συρτάρι, συρταριών, του συρταριού
  • laden στα ελληνικά - φορτώνω, βάρος, ζαλίκι, γεμίζω, φορτίο, κατηγορία, φροντίδα, ...
Τυχαίες λέξεις
Ladder στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίμακα, σκάλα, κλίμακας, κλιμάκωση, λέπι, σκάλας