Langsgaan στα ελληνικά

Μετάφραση: langsgaan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενά, περνώ, κυκλοφορώ, πέφτω, ξεπερνώ, παραδρομή, πέρασμα, υπερακοντίζω, πάει πολύ, διανύουν μεγάλες, να πάει πολύ, go long, να περπατούν μεγάλες
Langsgaan στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • langoest στα ελληνικά - αστακός, αστακό, αστακού, αστακών, τον αστακό
  • langs στα ελληνικά - κατά μήκος, μαζί, μήκος, κατά μήκος της
  • langzaam στα ελληνικά - σιγά-, αργά, σιγά, άνετος, εύκολος, βραδύς, βραδέως, ...
  • langzamerhand στα ελληνικά - σιγά-, βαθμιαία, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως
Τυχαίες λέξεις
Langsgaan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενά, περνώ, κυκλοφορώ, πέφτω, ξεπερνώ, παραδρομή, πέρασμα, υπερακοντίζω, πάει πολύ, διανύουν μεγάλες, να πάει πολύ, go long, να περπατούν μεγάλες