Lijn στα ελληνικά
Μετάφραση: lijn, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επενδύω, ρυτίδα, γραμμή, παρατάσσω, σκοινί, χορδή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lijkverbranding στα ελληνικά - αποτέφρωση, καύση των νεκρών, την αποτέφρωση, αποτεφρωση, αποτεφρώσεων
- lijm στα ελληνικά - κόλλα, μαστίχα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
- lijntje στα ελληνικά - σκοινί, σχοινί, σχοινιού, σχοινιά, σχοινιών
- lijst στα ελληνικά - πίνακας, λίστα, χάπι, τραπέζι, σώμα, πλαισίωση, σκελετός, ...
Τυχαίες λέξεις
Lijn στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επενδύω, ρυτίδα, γραμμή, παρατάσσω, σκοινί, χορδή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Μεταφράσεις: επενδύω, ρυτίδα, γραμμή, παρατάσσω, σκοινί, χορδή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά