Maquette στα ελληνικά

Μετάφραση: maquette, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοντέλο, μακέτα, μανεκέν, σκελετός, δομή, πρότυπο, υπόδειγμα, μοντέλου, το μοντέλο
Maquette στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • manuscript στα ελληνικά - χειρόγραφο, χειρογράφου, χειρόγραφη, χειρογράφων, χειρόγραφης
  • map στα ελληνικά - ντοσιέ, φάκελο, φακέλου, φάκελος, το φάκελο
  • marchanderen στα ελληνικά - παζαρεύω, παζαρεύουν, μικρολογία, παζαρεύει, παζαρεύσει
  • marcheren στα ελληνικά - σεργιανίζω, βαδίζω, περπατώ, μάρτιος, Μάρτιος, πορεία, Μαρτίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Maquette στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοντέλο, μακέτα, μανεκέν, σκελετός, δομή, πρότυπο, υπόδειγμα, μοντέλου, το μοντέλο