Μανεκέν στα ολλανδικά

Μετάφραση: μανεκέν, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
boetseren, voorbeeld, mannequin, maquette, model, mal, modelleren, modellering, toonbeeld, etalagepop, ledenpop, paspop, pop
Μανεκέν στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανεκέν

μανεκέν ραπτικής, τάκης πλακιάς-μανεκέν, μανεκέν πις, μανεκέν βιτρίνας, μανεκέν λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μανεκέν στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μανίκι στα ολλανδικά - mouw, huls, mof, mouwen, koker
  • μανδύας στα ολλανδικά - jas, voorhangsel, voorhang, overgordijn, gordijn, scherm, mantel, ...
  • μανιακός στα ολλανδικά - krankzinnige, gek, bezetene, maniac, maniak, maniak van, De Maniak, ...
  • μανιασμένος στα ολλανδικά - woedend, dol, wild, razend, woest, verbolgen, verwoed, ...
Τυχαίες λέξεις
Μανεκέν στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: boetseren, voorbeeld, mannequin, maquette, model, mal, modelleren, modellering, toonbeeld, etalagepop, ledenpop, paspop, pop