Μακέτα στα ολλανδικά

Μετάφραση: μακέτα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
modellering, modelleren, model, mal, boetseren, toonbeeld, voorbeeld, maquette, mannequin, model van, het model, type
Μακέτα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μακέτα

μακέτα επαγγελματικής κάρτας, μακέτα ελληνικού, μακέτα ελληνικό, μακέτα σπιτιού, μακέτα τρένου, μακέτα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μακέτα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μακάβριος στα ολλανδικά - afgrijselijk, doordringend, afschuwelijk, eng, bijtend, griezelig, guur, ...
  • μακάρι στα ολλανδικά - begeren, begeerte, willen, lust, zin, wens, verkiezen, ...
  • μακαρονάδα στα ολλανδικά - macaroni, spaghetti, de Spaghetti, spaghettibandjes, spaghetti van
  • μακαρόνι στα ολλανδικά - macaroni, de macaroni, Pasta, Deegwaren, van de macaroni
Τυχαίες λέξεις
Μακέτα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: modellering, modelleren, model, mal, boetseren, toonbeeld, voorbeeld, maquette, mannequin, model van, het model, type