Meester στα ελληνικά

Μετάφραση: meester, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργοδηγός, αφέντης, ηγετικός, δεξιοτέχνης, μετρ, κύριος, δάσκαλος, πλοίαρχος, πλοίαρχο, κύριο
Meester στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • meeslepend στα ελληνικά - ζωηρός, φαιδρός, ζωηρή, ζωηρό, ζωηρά
  • meest στα ελληνικά - πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
  • meetellen στα ελληνικά - κόμης, μετρώ, υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
  • meeting στα ελληνικά - συγκέντρωση, αναμέτρηση, σύναξη, συναρμολόγηση, συνάντηση, πληρούν, συνεδριάσεων, ...
Τυχαίες λέξεις
Meester στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργοδηγός, αφέντης, ηγετικός, δεξιοτέχνης, μετρ, κύριος, δάσκαλος, πλοίαρχος, πλοίαρχο, κύριο