Εργοδηγός στα ολλανδικά
Μετάφραση: εργοδηγός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
baas, meester, heer, ploegbaas, ouwe baas, Gaffer, Gaffer van, gaffers
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργοδηγός
εργοδηγός δομικών έργων, εργοδηγός μηχανικός εγκαταστάσεων, εργοδηγός english, εργοδηγός μηχανολόγος, ζητείται εργοδηγός, εργοδηγός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εργοδηγός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εργαστήριο στα ολλανδικά - laboratorium, laboratoria, het laboratorium, laboratoriumonderzoek, labo
- εργατικός στα ολλανδικά - ijverig, naarstig, nijver, vlijtig, arbeidzaam, ijverige
- εργοδότης στα ολλανδικά - patroon, werkgever, de werkgever, werkgevers
- εργολάβος στα ολλανδικά - aannemer, bouwondernemer, contractant, opdrachtnemer, contractor, opdrachtgever
Τυχαίες λέξεις
Εργοδηγός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: baas, meester, heer, ploegbaas, ouwe baas, Gaffer, Gaffer van, gaffers
Μεταφράσεις: baas, meester, heer, ploegbaas, ouwe baas, Gaffer, Gaffer van, gaffers