Mentaal στα ελληνικά
Μετάφραση: mentaal, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνευματικός, ψυχικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- mensheid στα ελληνικά - επανδρώνω, ανθρωπότητα, κόσμος, άνδρας, άνθρωπος, υφήλιος, ανθρωπότητας, ...
- menslievendheid στα ελληνικά - ψυχικό, φιλανθρωπία, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, φιλανθρωπική οργάνωση
- mentaliteit στα ελληνικά - νοοτροπία, ψυχοσύνθεση, νοοτροπίας, τη νοοτροπία, η νοοτροπία, νοοτροπία του
- mentor στα ελληνικά - σύμβουλος, μέντορας, μέντορα, σύμβουλο, μέντορά
Τυχαίες λέξεις
Mentaal στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνευματικός, ψυχικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές
Μεταφράσεις: πνευματικός, ψυχικός, ψυχική, ψυχικής, διανοητική, νοητική, ψυχικές