Miserabel στα ελληνικά
Μετάφραση: miserabel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελεεινός, χαμηλός, άθλιος, χάλια, κακόμοιρος, ταπεινός, πενιχρός, άθλια, άθλιο, δυστυχισμένη, άθλιες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- misdadiger στα ελληνικά - εγκληματίας, κακοποιός, απατεώνας, εγκληματικός, φυγάς, κακούργος, παρανυχίδα, ...
- misdrijf στα ελληνικά - έγκλημα, παράβαση, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
- misgrijpen στα ελληνικά - δεσποινίς, αστοχώ, χάνω
- misgunnen στα ελληνικά - φθονώ, ζηλεύω, φθόνος, begrudge, να φθονώ, προσάψω, παραχωρήσω
Τυχαίες λέξεις
Miserabel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελεεινός, χαμηλός, άθλιος, χάλια, κακόμοιρος, ταπεινός, πενιχρός, άθλια, άθλιο, δυστυχισμένη, άθλιες
Μεταφράσεις: ελεεινός, χαμηλός, άθλιος, χάλια, κακόμοιρος, ταπεινός, πενιχρός, άθλια, άθλιο, δυστυχισμένη, άθλιες