Mul στα ελληνικά

Μετάφραση: mul, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάσκος, λυτός, μπόσικος, χαλαρός, αμμώδης, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή
Mul στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • muiter στα ελληνικά - επαναστάτης, επαναστατώ, στασιαστής, αντάρτης, στασιαστή
  • muiterij στα ελληνικά - εξέγερση, επανάσταση, ανταρσία, ανταρσίας, στάση, την ανταρσία, εξέγερσης
  • mulder στα ελληνικά - μυλωνάς, Miller, μυλωνά, Μίλερ, μυλωνάδων
  • multipliceren στα ελληνικά - πολλαπλασιάζω, πολλαπλασιάστε, πολλαπλασιάσουμε, πολλαπλασιάσετε, πολλαπλασιάσει, πολλαπλασιάζουν
Τυχαίες λέξεις
Mul στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάσκος, λυτός, μπόσικος, χαλαρός, αμμώδης, χύμα, χαλαρά, χαλαρό, χαλαρή