Namaken στα ελληνικά
Μετάφραση: namaken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, σιδηρουργείο, σφυρηλατήσει, δημιουργήσουν, σφυρηλατήσουν, σφυρηλατήσουμε
Μεταφράσεις
- naleving στα ελληνικά - διενέργεια, επίτευξη, συμμόρφωση, συμμόρφωσης, τήρηση, τη συμμόρφωση, την τήρηση
- namaak στα ελληνικά - πλαστογραφία, κίβδηλος, κάλπικος, πλαστός, απομίμηση, πλαστά, απομίμησης, ...
- namelijk στα ελληνικά - ήτοι, δηλαδή, συγκεκριμένα, και συγκεκριμένα, ιδίως
- nameloos στα ελληνικά - ανώνυμος, άσημος, ανώνυμο, ανώνυμη, χωρίς όνομα
Τυχαίες λέξεις
Namaken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, σιδηρουργείο, σφυρηλατήσει, δημιουργήσουν, σφυρηλατήσουν, σφυρηλατήσουμε
Μεταφράσεις: αντίγραφο, αντιγράφω, αντίτυπο, σιδηρουργείο, σφυρηλατήσει, δημιουργήσουν, σφυρηλατήσουν, σφυρηλατήσουμε