Nauw στα ελληνικά

Μετάφραση: nauw, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφιχτός, στενόχωρος, στενός, πορθμός, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό
Nauw στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • natuurkunde στα ελληνικά - φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
  • natuurlijk στα ελληνικά - φυσικά, βέβαια, βεβαίως, ασφαλώς
  • nauwelijks στα ελληνικά - μόλις, ελάχιστα, μόλις και μετά βίας, μετά βίας, σχεδόν
  • nauwgezet στα ελληνικά - υποκινώ, μόλις, γρήγορος, συνεπής, ακριβολόγος, ωθώ, δίκαιος, ...
Τυχαίες λέξεις
Nauw στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφιχτός, στενόχωρος, στενός, πορθμός, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό