Nul στα ελληνικά

Μετάφραση: nul, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίποτα, μηδέν, μηδενικό, μηδενική, μηδενικής, μηδενικού
Nul στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nuk στα ελληνικά - ορμή, καπρίτσιο, ιδιοτροπία, καπρίτσια, φαντασιοπληξία
  • nukkig στα ελληνικά - αλλοπρόσαλλος, ιδιότροπος, παράξενος, στριμμένος
  • numero στα ελληνικά - αριθμός, Numero
  • numismatiek στα ελληνικά - νομισματολογία, νομισματικής, νομισματική, νομισματολογίας
Τυχαίες λέξεις
Nul στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίποτα, μηδέν, μηδενικό, μηδενική, μηδενικής, μηδενικού