Objectief στα ελληνικά
Μετάφραση: objectief, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοχεύω, αποβλέπω, αντιτείνω, βλέψη, σκοπός, αντικειμενικός, στόχος, αντικείμενο, σκοπεύω, αντικειμενικά, αντικειμενικώς, αντικειμενικό, αντικειμενική, αντικειμενικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oase στα ελληνικά - όαση, Oasis, Το Oasis, όασης, Όασις
- object στα ελληνικά - πράγμα, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
- oblie στα ελληνικά - τηγανίτα, φλυαρώ, βάφλα, βάφλας, βάφλες
- obligatie στα ελληνικά - συνδέω, συγκολλώ, δεσμός, ευθύνη, υποχρέωση, καθήκον, δασμοί, ...
Τυχαίες λέξεις
Objectief στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοχεύω, αποβλέπω, αντιτείνω, βλέψη, σκοπός, αντικειμενικός, στόχος, αντικείμενο, σκοπεύω, αντικειμενικά, αντικειμενικώς, αντικειμενικό, αντικειμενική, αντικειμενικότητα
Μεταφράσεις: στοχεύω, αποβλέπω, αντιτείνω, βλέψη, σκοπός, αντικειμενικός, στόχος, αντικείμενο, σκοπεύω, αντικειμενικά, αντικειμενικώς, αντικειμενικό, αντικειμενική, αντικειμενικότητα