Αντικειμενικός στα ολλανδικά
Μετάφραση: αντικειμενικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
honk, doelstelling, mikpunt, schietschijf, doelwit, doel, objectief, objectieve, doelstellingen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντικειμενικός
αντικειμενικός προσδιορισμός αξίας ακινήτων εκτός σχεδίου, αντικειμενικός ιδεαλισμός, αντικειμενικός προσδιορισμός αξίας ακινήτου, αντικειμενικός προσδιορισμός εκμίσθωσης γεωργικής γης 2012, αντικειμενικός προσδιορισμός εκμίσθωσης γεωργικής γης, αντικειμενικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, αντικειμενικός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- αντικατοπτρίζω στα ολλανδικά - spiegel, spiegelen, weerkaatsen, reflecteren, terugkaatsen, bedenken, weerspiegelen, ...
- αντικείμενο στα ολλανδικά - subject, discipline, stof, staatsburger, apropos, onderwerp, doelwit, ...
- αντικρίζω στα ολλανδικά - aanzien, aangezicht, grijns, durf, vermetelheid, stoutheid, air, ...
- αντικρούω στα ολλανδικά - weerleggen, te weerleggen, weerleg, het weerleg, wederleggen
Τυχαίες λέξεις
Αντικειμενικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: honk, doelstelling, mikpunt, schietschijf, doelwit, doel, objectief, objectieve, doelstellingen
Μεταφράσεις: honk, doelstelling, mikpunt, schietschijf, doelwit, doel, objectief, objectieve, doelstellingen