Omlijsting στα ελληνικά

Μετάφραση: omlijsting, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δομή, σκελετός, κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό
Omlijsting στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • omlijning στα ελληνικά - περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, περίληψη, διάρθρωσης
  • omlijsten στα ελληνικά - σώμα, σκελετός, πλαίσιο, πλαισιώνω, κορνίζα, πλαισίου, καρέ, ...
  • omloop στα ελληνικά - δοσοληψία, κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
  • ommezijde στα ελληνικά - αντιστρέφω, πλάτη, ενισχύω, υποστηρίζω, αντίστροφο, αντίστροφος, αντίστροφη, ...
Τυχαίες λέξεις
Omlijsting στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δομή, σκελετός, κορνίζα, πλαίσιο, πλαισίου, καρέ, σκελετό