Onderhoud στα ελληνικά

Μετάφραση: onderhoud, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνομιλία, φροντίζω, συντήρηση, φροντίδα, συνέντευξη, συντήρησης, διατήρηση, τη συντήρηση, διατροφής
Onderhoud στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • onderhandelen στα ελληνικά - θεραπεύω, κερνώ, κέρασμα, μεταχειρίζομαι, διαπραγματευτεί, διαπραγματευθεί, διαπραγματεύονται, ...
  • onderhorig στα ελληνικά - υποδεέστερη, δευτερεύοντα, δευτερεύουσα, υπάγεται, δευτερευόντως
  • onderhouden στα ελληνικά - εξακολουθώ, ψυχαγωγώ, φιλοξενώ, κρατώ, συντηρώ, διατείνομαι, διασκεδάζω, ...
  • onderkennen στα ελληνικά - αναγνωρίζω, αναγνωρίζουν, αναγνωρίσει, αναγνωρίζει, αναγνωρίσουν
Τυχαίες λέξεις
Onderhoud στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνομιλία, φροντίζω, συντήρηση, φροντίδα, συνέντευξη, συντήρησης, διατήρηση, τη συντήρηση, διατροφής