Onderscheiden στα ελληνικά
Μετάφραση: onderscheiden, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβλέπω, διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- onderrok στα ελληνικά - μεσοφόρι, μεσοφούστανο, μεσοφόρια
- onderscheid στα ελληνικά - διαφορά, διάκριση, διάκρισης, διαχωρισμός, διαχωρισμό
- onderscheiding στα ελληνικά - στολισμός, βραβείο, ανάθεση, ανάθεσης, σύναψης, απονομής
- onderschrift στα ελληνικά - ηγούμαι, επικεφαλίδα, κεφάλι, πορεία, λεζάντα, λεζάντας, caption, ...
Τυχαίες λέξεις
Onderscheiden στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβλέπω, διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση
Μεταφράσεις: διαβλέπω, διάκριση, διακρίνουν, διακρίνει, διακρίνουμε, γίνει διάκριση