Ontveinzen στα ελληνικά

Μετάφραση: ontveinzen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρύβω, κρύβομαι, υποκρίνομαι, να υποκρίνομαι, αποσυγκροτούν, αποσυναρμολογεί, αποσυναρμολογούνται
Ontveinzen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ontvankelijk στα ελληνικά - ευαίσθητος, δεκτικός, δεκτικοί, δεκτικό, δεκτική, επιδεκτικά
  • ontvankelijkheid στα ελληνικά - ευπάθεια, ευαισθησία, δεκτικότητα, δεκτικότητας, δεκτικότητά, τη δεκτικότητα, τη δεκτικότητά
  • ontvluchten στα ελληνικά - δραπετεύω, ξεφεύγω, φυγή, φύγουν, φύγει, εγκαταλείψουν, φεύγουν
  • ontvoeren στα ελληνικά - απάγω, απαγαγώ, απαγάγουν, απαγάγει, απάγουν, απαγάγουν την
Τυχαίες λέξεις
Ontveinzen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρύβω, κρύβομαι, υποκρίνομαι, να υποκρίνομαι, αποσυγκροτούν, αποσυναρμολογεί, αποσυναρμολογούνται