Opdringen στα ελληνικά
Μετάφραση: opdringen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύναμη, επιβάλλω, βία, εξαναγκάζω, επεμβαίνω, εισβάλλουν, εισχωρούν, εισβάλλει, να εισχωρούν
Μεταφράσεις
- opdraven στα ελληνικά - φαίνομαι, εκτελώ, διαφαίνομαι, αποδίδω, εμφανίζομαι, αναδύομαι, τριποδίζω, ...
- opdrijven στα ελληνικά - αυξάνω, ανατρέφω, υψώνω, σηκώνω, αύξηση, αναστηλώνω, ενισχύω, ...
- opdrogen στα ελληνικά - ξηρός, στεγνός, στερεύουν, στεγνώσει, ξεραίνονται, στεγνώνουν, στερέψει
- opduikelen στα ελληνικά - σκάβω, εκσκάπτω, ανασκάψει, εκσκαφή, σκάβουν, ανασκάψουν
Τυχαίες λέξεις
Opdringen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύναμη, επιβάλλω, βία, εξαναγκάζω, επεμβαίνω, εισβάλλουν, εισχωρούν, εισβάλλει, να εισχωρούν
Μεταφράσεις: δύναμη, επιβάλλω, βία, εξαναγκάζω, επεμβαίνω, εισβάλλουν, εισχωρούν, εισβάλλει, να εισχωρούν