Oponthoud στα ελληνικά

Μετάφραση: oponthoud, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθυστέρηση, περίμενε, κρατώ, διατριβή, αμπάρι, αναβολή, μένω, περιμένω, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
Oponthoud στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • opnieuw στα ελληνικά - ξανά, πάλι, και πάλι, φορά, εκ νέου
  • opofferen στα ελληνικά - θυσιάζω, θυσία, θυσίας, θυσίες, τη θυσία, η θυσία
  • oppassend στα ελληνικά - γλυκός, καραμέλα, σταθερή εξέλιξη, σταθερή εξέλιξη των
  • oppasser στα ελληνικά - φύλακας, τερματοφύλακα, τερματοφύλακα και, αντίπαλο τερματοφύλακα, μπάλα
Τυχαίες λέξεις
Oponthoud στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθυστέρηση, περίμενε, κρατώ, διατριβή, αμπάρι, αναβολή, μένω, περιμένω, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως