Oppositie στα ελληνικά
Μετάφραση: oppositie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντοχή, αντίθεση, αντίσταση, αντιπολίτευση, αντιπολίτευσης, ανακοπής, της αντιπολίτευσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- oppervlakte στα ελληνικά - πατρίδα, επιφάνεια, αναδύομαι, εξοχή, περιοχή, χώρα, επιφάνειας, ...
- oppompen στα ελληνικά - φουσκώνω, τρόμπα, αντλία, φουσκώνω ελαστικά, ανεβάσουν, άντληση, δυναμώστε, ...
- oprapen στα ελληνικά - συλλέγω, κασμάς, μαζεύω, πάρει, επιλέξετε, διαλέξετε, να πάρει, ...
- oprecht στα ελληνικά - αμβλύς, απότομος, ευθύς, ειλικρινής, μονοκόμματος, απλός, ντόμπρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Oppositie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντοχή, αντίθεση, αντίσταση, αντιπολίτευση, αντιπολίτευσης, ανακοπής, της αντιπολίτευσης
Μεταφράσεις: αντοχή, αντίθεση, αντίσταση, αντιπολίτευση, αντιπολίτευσης, ανακοπής, της αντιπολίτευσης