Peer στα ελληνικά

Μετάφραση: peer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αχλάδι, απίδι, γλόμπος, βολβός, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές
Peer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • peddelen στα ελληνικά - πετάλιο, κουπί, πετάλι, πτερύγιο, αναδευτήρα, με πτερύγια, κουτάλας
  • peen στα ελληνικά - καρότο, καρότου, καρότα, καρότων, το καρότο
  • peet στα ελληνικά - νονός, νονό, νονού, ο νονός, νονός του
  • peetvader στα ελληνικά - νονός, νονό, νονού, ο νονός, νονός του
Τυχαίες λέξεις
Peer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αχλάδι, απίδι, γλόμπος, βολβός, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές