Απίδι στα ολλανδικά

Μετάφραση: απίδι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
peer, peren, pear, perenbomen
Απίδι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απίδι

μέσα απίδι, απίδι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, απίδι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • απήγανος στα ολλανδικά - betreuren, rue, de Rue
  • απήχηση στα ολλανδικά - naklank, galm, resonantie, weerklank, resonance, de resonantie
  • απίθανα στα ολλανδικά - grillig, fantastisch, fantastische, fantastically, vulde fantastisch
  • απίθανος στα ολλανδικά - gretig, geweldig, begerig, tiptop, fantasierijk, belust, grote, ...
Τυχαίες λέξεις
Απίδι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: peer, peren, pear, perenbomen