Percent στα ελληνικά

Μετάφραση: percent, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσοστό, τοις εκατό
Percent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • per στα ελληνικά - μέσα, κάθε, προς, ανά, σε, διαμέσου, εντός, ...
  • perceel στα ελληνικά - μοίρα, κτήριο, κλήρος, δέμα, αγροτεμάχιο, αγροτεμαχίου, πακέτο, ...
  • perfect στα ελληνικά - τέλειος, τελειοποιώ, τέλεια, τέλειο, ιδανικό, ιδανική
  • perfectie στα ελληνικά - τελειοποίηση, τελειότητα, τελειότητας, την τελειότητα, τέλεια
Τυχαίες λέξεις
Percent στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσοστό, τοις εκατό