Pijp στα ελληνικά
Μετάφραση: pijp, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ραβδί, βέργα, σωλήνωση, κοντάρι, σωλήνας, αυλός, πίπα, σωλήνα, σωλήνων, του σωλήνα, σωληνώσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pijnigen στα ελληνικά - βασανίζω, βασανισμός, πόνος, πόνο, πόνου, τον πόνο, άλγος
- pijnlijk στα ελληνικά - οδυνηρός, αλγεινός, επώδυνος, επώδυνη, οδυνηρή, επώδυνες
- pik στα ελληνικά - κεντώ, πετεινός, κόκορας, τρυπώ, τσιτώνω, κέντημα, κρουνός, ...
- pikant στα ελληνικά - πικάντικος, τσουχτερός, ευχάριστος, πικάντικη, πικάντικο
Τυχαίες λέξεις
Pijp στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ραβδί, βέργα, σωλήνωση, κοντάρι, σωλήνας, αυλός, πίπα, σωλήνα, σωλήνων, του σωλήνα, σωληνώσεων
Μεταφράσεις: ραβδί, βέργα, σωλήνωση, κοντάρι, σωλήνας, αυλός, πίπα, σωλήνα, σωλήνων, του σωλήνα, σωληνώσεων