Pleister στα ελληνικά

Μετάφραση: pleister, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκοπλάστης, γύψος, ενίσχυση μπάντα, επίδεσμο, ταινία ενίσχυση
Pleister στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • plegen στα ελληνικά - εξοικειώνω, συνηθίζω, εξοικειώνομαι, διαπράττουν, δεσμευτούν, διαπράξουν, διαπράξει, ...
  • plein στα ελληνικά - τοποθετώ, μέρος, τόπος, τετράγωνο, πλατεία, τετραγωνικών, τετραγωνικά, ...
  • pleisterplaats στα ελληνικά - στέκι, hangout, το hangout, hangout με, του hangout
  • pleitbezorger στα ελληνικά - συνηγορώ, συμβουλεύω, υποστηρικτής, υπερασπιστής, καμαρίλα, δικηγόρος, συνήγορος, ...
Τυχαίες λέξεις
Pleister στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκοπλάστης, γύψος, ενίσχυση μπάντα, επίδεσμο, ταινία ενίσχυση