Positie στα ελληνικά

Μετάφραση: positie, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, κύρος, όρθιος, μέρος, τόπος, τοποθεσία, θέση, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση
Positie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • portret στα ελληνικά - φωτογραφία, έκθεση, πορτρέτο, φωτογραφίζω, πορτραίτο, πορτρέτου, προσωπογραφία, ...
  • poseren στα ελληνικά - πόζα, ποζάρω, κάθομαι, στάση, θέτουν, δημιουργούν, ενέχουν, ...
  • positief στα ελληνικά - θετικός, θετική, θετικό, θετικά, θετικές
  • post στα ελληνικά - παλούκι, ταχυδρομώ, σταθμός, πόστο, ταχυδρομείο, δοκάρι, πάσσαλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Positie στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, κύρος, όρθιος, μέρος, τόπος, τοποθεσία, θέση, θέσης, τη θέση, θέση του, η θέση