Proef στα ελληνικά

Μετάφραση: proef, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδικάζω, πείραμα, προσπαθώ, πειραματίζομαι, απόπειρα, γεύομαι, ελέγχω, έκθεση, δοκιμάζω, δίκη, δείγμα, δοκιμασία, δοκίμιο, δοκίμια, προσπάθεια, τρέχω, δοκιμή, δοκιμής, δοκιμών, τεστ
Proef στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • producten στα ελληνικά - προϊόν, παραγωγή, προϊόντα, προϊόντων, τα προϊόντα, προϊόντα που, προϊόντων που
  • productie στα ελληνικά - παραγωγή, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
  • proefneming στα ελληνικά - πειραματίζομαι, πείραμα, πειραματισμός, πειραματισμό, πειραματισμού, πειραματισμούς, τον πειραματισμό
  • proefschrift στα ελληνικά - έκθεση, δοκίμια, διατριβή, δοκίμιο, εργασία, διατριβής, θέση, ...
Τυχαίες λέξεις
Proef στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδικάζω, πείραμα, προσπαθώ, πειραματίζομαι, απόπειρα, γεύομαι, ελέγχω, έκθεση, δοκιμάζω, δίκη, δείγμα, δοκιμασία, δοκίμιο, δοκίμια, προσπάθεια, τρέχω, δοκιμή, δοκιμής, δοκιμών, τεστ