Puinhoop στα ελληνικά
Μετάφραση: puinhoop, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρήμαγμα, χαντακώνω, χαλώ, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, καταστρέψει
Μεταφράσεις
- puikje στα ελληνικά - κρέμα, αφρόκρεμα, εκλεκτοί, ελίτ, elite, ελίτ των
- puin στα ελληνικά - σκουπίδια, μπάζα, χαλάσματα, σκόνη, συντρίμμια, υπολείμματα, τα συντρίμμια, ...
- puistje στα ελληνικά - σπυρί, σπυράκι, pimple, σπυρακιών, εξάνθημα
- pukkel στα ελληνικά - σπυρί, σπυράκι, pimple, σπυρακιών, εξάνθημα
Τυχαίες λέξεις
Puinhoop στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρήμαγμα, χαντακώνω, χαλώ, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, καταστρέψει
Μεταφράσεις: ρήμαγμα, χαντακώνω, χαλώ, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, καταστρέψει