Rekenkunde στα ελληνικά
Μετάφραση: rekenkunde, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αριθμητική, μαθηματικά, αριθμητικός, αριθμητικό, αριθμητικής, αριθμητικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rekenen στα ελληνικά - χρειάζομαι, παίρνω, εμπλέκω, μπλέκω, ρωτώ, υπολογίζω, πρόσωπο, ...
- rekening στα ελληνικά - αναφορά, νομοσχέδιο, ράμφος, λογαριασμός, σημασία, υπόψη, λογαριασμό, ...
- rekenkunst στα ελληνικά - αριθμητική, μαθηματικά, αριθμητικός, αριθμητικό, αριθμητικής, αριθμητικού
- rekenmachine στα ελληνικά - κομπιουτεράκι, αριθμομηχανή, Υπολογιστής, calculator, αριθμομηχανής
Τυχαίες λέξεις
Rekenkunde στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αριθμητική, μαθηματικά, αριθμητικός, αριθμητικό, αριθμητικής, αριθμητικού
Μεταφράσεις: αριθμητική, μαθηματικά, αριθμητικός, αριθμητικό, αριθμητικής, αριθμητικού