Rijzig στα ελληνικά
Μετάφραση: rijzig, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψηλόλιγνος, ψηλός, ψηλό, ψηλά, ύψος, ψηλή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- rijwiel στα ελληνικά - ποδήλατο, ποδηλάτων, ποδηλάτου, Ενοικίαση ποδηλάτων, το ποδήλατο
- rijzen στα ελληνικά - ανεβαίνω, αναρριχώμαι, αύξηση, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται
- rillen στα ελληνικά - τρεμουλιάζω, τρέμω, τουρτουρίζω, ανατριχίλα, ριγώ, ρίγος, το ρίγος, ...
- rimboe στα ελληνικά - ζούγκλα, ζούγκλας, στη ζούγκλα, ζούγκλα του, ζουγκλών
Τυχαίες λέξεις
Rijzig στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψηλόλιγνος, ψηλός, ψηλό, ψηλά, ύψος, ψηλή
Μεταφράσεις: ψηλόλιγνος, ψηλός, ψηλό, ψηλά, ύψος, ψηλή