Schaalverdeling στα ελληνικά
Μετάφραση: schaalverdeling, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, μέγεθος, ζυγαριά
Μεταφράσεις
- schaakmat στα ελληνικά - χαλάκι, ματ, κάνει ματ, να κάνει ματ, κατανικώ, checkmate
- schaal στα ελληνικά - καβούκι, λέπι, έλυτρο, κλίμακα, φλοιός, πιάτο, κλιμάκωση, ...
- schaalvrucht στα ελληνικά - παξιμάδι, καρύδι, περικόχλιο, περικοχλίου, παξιμαδιού
- schaamte στα ελληνικά - κρίμα, ντροπή, ντροπής, την ντροπή, η ντροπή
Τυχαίες λέξεις
Schaalverdeling στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, μέγεθος, ζυγαριά
Μεταφράσεις: κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, λέπι, μέγεθος, ζυγαριά