Schielijk στα ελληνικά
Μετάφραση: schielijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γρήγορα, γρήγορος, γοργά, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη, σύντομα
Μεταφράσεις
- scheutig στα ελληνικά - γενναιόδωρος, ανοιχτοχέρης, απλόχερη, απλόχερη προσφορά, απλόχερα, ανοικτοχέρης
- schicht στα ελληνικά - αστραπές, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, κεραυνού
- schier στα ελληνικά - περί, περίπου, κοντά, σχεδόν, για, παραλίγο, πλέον, ...
- schiereiland στα ελληνικά - χερσόνησος, χερσόνησο, χερσονήσου, χερσόνησο της, χερσόνησο του
Τυχαίες λέξεις
Schielijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γρήγορα, γρήγορος, γοργά, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη, σύντομα
Μεταφράσεις: γρήγορα, γρήγορος, γοργά, γρήγορη, ταχέως, τη γρήγορη, σύντομα