Schuilplaats στα ελληνικά

Μετάφραση: schuilplaats, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προστατεύω, ασυλία, καταφεύγω, άσυλο, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη
Schuilplaats στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • schuiflade στα ελληνικά - συρτάρι, συρταριού, το συρτάρι, συρταριών, του συρταριού
  • schuiftrompet στα ελληνικά - τρομπόνι, το τρομπόνι, τρομπονιού, trombone, τρομπόνι για
  • schuim στα ελληνικά - αφρίζω, γλίτσα, αφρός, αφρού, αφρό, αφρώδες, αφρώδους
  • schuimachtig στα ελληνικά - αφρώδης, αστραφτερός, βρωμερός, βρώμικος, τιποτένιος, ουτιδανός
Τυχαίες λέξεις
Schuilplaats στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προστατεύω, ασυλία, καταφεύγω, άσυλο, καταφύγιο, στέγη, καταφυγίου, στέγης, κάλυψη