Schuit στα ελληνικά

Μετάφραση: schuit, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
Schuit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • schuin στα ελληνικά - λοξός, αισχρός, δόλιος, πλάγιος, άσεμνος, ύπουλος, λοξή, ...
  • schuinte στα ελληνικά - λοφοπλαγιά, γέρνω, πλαγιά, κατηφορίζω, μεριά, πλευρά, κλίση, ...
  • schuiven στα ελληνικά - γλίστρημα, σπρώχνω, ολίσθημα, γλιστρώ, παραδρομή, ωθώ, ώθηση, ...
  • schuld στα ελληνικά - φτιάξιμο, ενοχή, λάθος, χρέος, χρέους, του χρέους, οφειλής, ...
Τυχαίες λέξεις
Schuit στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών