Βάρκα στα ολλανδικά
Μετάφραση: βάρκα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
boot, schuit, de boot, schip, boat, boot volgen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βάρκα
βάρκα - «τέρας» από τη φουκουσίμα ξεβράστηκε στο σιάτλ των ηπα, βάρκα από φουκουσίμα, βάρκα χωρίς πανιά, βάρκα γιαλό, βάρκα τέρας, βάρκα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βάρκα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- βάπτισμα στα ολλανδικά - doopsel, doop, de doop, dopen, het doopsel
- βάρβαρος στα ολλανδικά - razend, woest, wild, verbolgen, doldriftig, onmens, barbaars, ...
- βάρος στα ολλανδικά - zwaarte, last, gewicht, inladen, vracht, laden, lading, ...
- βάσανο στα ολλανδικά - hartzeer, beproeving, kwelling, pijniging, straf, marteling, foltering
Τυχαίες λέξεις
Βάρκα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: boot, schuit, de boot, schip, boat, boot volgen
Μεταφράσεις: boot, schuit, de boot, schip, boat, boot volgen