Seizoen στα ελληνικά
Μετάφραση: seizoen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοστιμίζω, περίοδος, περίοδο, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
Μεταφράσεις
- sein στα ελληνικά - σήμα, βαθμός, σημαίνω, γνέφω, σημάδι, πίνακας, υπογράφω, ...
- seinen στα ελληνικά - σήμα, γνέφω, νεύω, σήματος, σημάτων, μήνυμα, του σήματος
- sekse στα ελληνικά - έρωτας, φύλο, σεξ, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
- seksueel στα ελληνικά - σεξουαλικός, γεννητικός, σεξουαλική, σεξουαλικής, τη σεξουαλική, της σεξουαλικής
Τυχαίες λέξεις
Seizoen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοστιμίζω, περίοδος, περίοδο, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου
Μεταφράσεις: νοστιμίζω, περίοδος, περίοδο, εποχή, σαιζόν, σεζόν, περιόδου