Spiegel στα ελληνικά
Μετάφραση: spiegel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυστηρός, αντικατοπτρίζω, βλοσυρός, πρύμνη, καθρέφτης, καθρέπτης, καθρέφτη, καθρέπτη, κάτοπτρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- spie στα ελληνικά - γόμφος, σφήνα, τσουλούφι, φράντζα, εμπρόσθινος βόστρυχος, μπροστινός βόστρυχος
- spieden στα ελληνικά - κατασκοπεύω, κατάσκοπος, κατασκόπων, κατασκοπευτικό, κατάσκοπο, κατασκοπείας
- spiegelen στα ελληνικά - αντικατοπτρίζω, αντανακλώ, αντικατοπτρίζουν, αντανακλούν, αντικατοπτρίζει, αντανακλά, απεικονίζουν
- spieken στα ελληνικά - κούνια, παχνί, φάτνη, κρεβατάκι, το παχνί
Τυχαίες λέξεις
Spiegel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυστηρός, αντικατοπτρίζω, βλοσυρός, πρύμνη, καθρέφτης, καθρέπτης, καθρέφτη, καθρέπτη, κάτοπτρο
Μεταφράσεις: αυστηρός, αντικατοπτρίζω, βλοσυρός, πρύμνη, καθρέφτης, καθρέπτης, καθρέφτη, καθρέπτη, κάτοπτρο