Stapel στα ελληνικά

Μετάφραση: stapel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θυμωμένος, κατακλύζω, κουζουλός, συσκευάζω, πλήθος, τράπουλα, τρελός, άρρωστος, πακέτο, λωλός, στοιβάδα, ανάχωμα, τρελούτσικος, σωρός, σωρό, σωρού, στοίβα, πέλος
Stapel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stank στα ελληνικά - μπόχα, βρομιά, βρομώ, βρόμα, βρώμα, δυσωδία, δυσοσμία, ...
  • stap στα ελληνικά - διάβημα, ρυθμός, τσαλαπατώ, βήμα, δρασκελιά, φόρα, βηματίζω, ...
  • stapelen στα ελληνικά - αποθησαυρίζω, καραμπόλα, συσσωρεύονται, να συσσωρεύονται, συσσωρεύουν επάνω, συσσωρεύονται τα
  • stappen στα ελληνικά - βήμα, φόρα, βηματίζω, δρασκελιά, τσαλαπατώ, διάβημα, ρυθμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Stapel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θυμωμένος, κατακλύζω, κουζουλός, συσκευάζω, πλήθος, τράπουλα, τρελός, άρρωστος, πακέτο, λωλός, στοιβάδα, ανάχωμα, τρελούτσικος, σωρός, σωρό, σωρού, στοίβα, πέλος