Stem στα ελληνικά

Μετάφραση: stem, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωνή, εκφράζω, φατρία, συμβαλλόμενος, παρέα, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή
Stem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stelpen στα ελληνικά - στέλεχος, βλαστικών, βλαστικά, στελέχους, αρχέγονων
  • stelsel στα ελληνικά - πολίτευμα, δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, σύστημα, συστήματος, του συστήματος, ...
  • stemband στα ελληνικά - χορδή, κορδόνι, φωνητική, φωνητικά, φωνητικές, φωνητικών, φωνητικό
  • stemgeluid στα ελληνικά - εκφράζω, φωνή, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή
Τυχαίες λέξεις
Stem στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωνή, εκφράζω, φατρία, συμβαλλόμενος, παρέα, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή