Stotteren στα ελληνικά
Μετάφραση: stotteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- stortregenen στα ελληνικά - χιμώ, βάζω, ρίχνω, χύστε, ρίχνουμε, ρίχνετε, χύσει, ...
- stoten στα ελληνικά - δύναμη, ώθηση, μπήγω, σπρώχνω, βία, σπρώξιμο, εξαναγκάζω, ...
- stout στα ελληνικά - τόλμη, τόλμημα, έντονος, γενναίος, θαρραλέος, άτακτος, κακό, ...
- stoutheid στα ελληνικά - θρασύτητα, μάγουλο, νεύρο, κύρος, αναίδεια, θράσος, αντικρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Stotteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος
Μεταφράσεις: τραυλίζω, ψελλίζω, τραύλισμα, stutter, τραυλίζουν, να κολλάει, Διακεκομμένος