Tichel στα ελληνικά

Μετάφραση: tichel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο
Tichel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • thuis στα ελληνικά - τόπος, σπίτι, τοποθετώ, μέρος, στο σπίτι, στο σπίτι σας, στο εσωτερικό, ...
  • tic στα ελληνικά - σύσπαση, TIC, Α.Φ.Τ., τικ, Α.Φ.Τ
  • tien στα ελληνικά - φροντίζω, δέκα, από δέκα, δεκάδα
  • tiende στα ελληνικά - δέκατος, δέκατο, δέκατη, δέκατης, δέκατου
Τυχαίες λέξεις
Tichel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεραμίδι, πλακάκι, πλακιδίων, κεραμιδιών, πλακίδιο