Toekennen στα ελληνικά

Μετάφραση: toekennen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απονέμω, βραβείο, παρουσιάζω, αναθέτω, δώρο, χάρισμα, παραδίνω, κατανέμω, πεσκέσι, κατακυρώνω, δίνω, παρών, δωρεά, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Toekennen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • detective στα ελληνικά - ντετέκτιβ, αστυνομικό, αστυνομικών, ντέντεκτιβ, αστυνομικός
  • fakkel στα ελληνικά - φακός, δάδα, φακό, πυρσό, δάδας
  • inblikken στα ελληνικά - μπορώ, κουτί, κασσίτερος, κασσιτέρου, κασσίτερο, κασσίτερου, του κασσιτέρου
  • ooievaar στα ελληνικά - πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Τυχαίες λέξεις
Toekennen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απονέμω, βραβείο, παρουσιάζω, αναθέτω, δώρο, χάρισμα, παραδίνω, κατανέμω, πεσκέσι, κατακυρώνω, δίνω, παρών, δωρεά, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί