Tree στα ελληνικά

Μετάφραση: tree, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βηματίζω, βήμα, διάβημα, στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, σταδίου
Tree στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abattoir στα ελληνικά - σφαγείο, σφαγείου, σφαγεία, σφαγείων, του σφαγείου
  • circus στα ελληνικά - τσίρκο, Αρένα της, τσίρκου, Circus, τσίρκων
  • eerroof στα ελληνικά - δυσφημώ, διαβολή, δυσφήμιση, συκοφαντία, κακολόγησα
  • overheerlijk στα ελληνικά - νόστιμος, νόστιμα, νόστιμο, νόστιμη, πολύ νόστιμο, υπέροχο
Τυχαίες λέξεις
Tree στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βηματίζω, βήμα, διάβημα, στάδιο, βαθμίδα, το βήμα, σταδίου