Trekking στα ελληνικά
Μετάφραση: trekking, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισύρω, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
Μεταφράσεις
- gedeputeerde στα ελληνικά - παραστατικός, αντιπροσωπευτικός, αντιπρόσωπος, εκπρόσωπος, αντιπροσωπευτικές, αντιπρόσωπο
- hartsvanger στα ελληνικά - γιαταγάνι, κυνηγετικό μαχαίρι, ναυτικό σπαθί, Cutlass
- nagekomen στα ελληνικά - μεταγενέστερος, πληρούνται, εκπληρώσει, πληρούται, εκπληρωθεί, εκπληρωθούν
- overlijden στα ελληνικά - αποθνήσκω, πεθάνω, τεζάρω, θάνατος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, ...
Τυχαίες λέξεις
Trekking στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισύρω, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
Μεταφράσεις: επισύρω, έλκω, τραβώ, ζωγραφίζω, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια