Trots στα ελληνικά

Μετάφραση: trots, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περήφανος, έπαρση, καμάρι, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για
Trots στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adoreren στα ελληνικά - λατρεύω, λατρεία, λατρεύουν, λατρέψετε, adore, αγαπούν
  • bombarderen στα ελληνικά - κατακλύζω, βόμβα, βομβαρδίζω, κατακλύζομαι, βόμβας, βομβών, βομβιστική, ...
  • minnaar στα ελληνικά - εραστής, εραστή, τον εραστή, λάτρης, ερωμένη
  • postbeambte στα ελληνικά - ταχυδρόμος, mailman, ταχυδρόμο, το mailman, στο mailman
Τυχαίες λέξεις
Trots στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περήφανος, έπαρση, καμάρι, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για