Uitrekenen στα ελληνικά
Μετάφραση: uitrekenen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kunstmatig στα ελληνικά - τεχνητός, καλλιτεχνικός, τεχνητή, τεχνητό, τεχνητά, τεχνητών
- nader στα ελληνικά - περαιτέρω, παραπέρα, μακρύτερος, επιπλέον, περισσότερες, την περαιτέρω, ακόμη
- ontlokken στα ελληνικά - καθαρός, ξεστομίζω, απόλυτος, εκστομίζω, εκμαιεύσει, προκαλούν, προκαλέσει, ...
- patent στα ελληνικά - ευρεσιτεχνία, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ευρεσιτεχνίας, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας
Τυχαίες λέξεις
Uitrekenen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Μεταφράσεις: λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει