Vaan στα ελληνικά
Μετάφραση: vaan, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάβαρο, σημαία, μπαϊράκι, Διαφήμιση, banner, πανό
Μεταφράσεις
- bekommernis στα ελληνικά - ανησυχία, επικουρία, ενδιαφέρον, προσοχή, βοήθημα, φροντίδα, βοήθεια, ...
- herkenning στα ελληνικά - αναγνώριση, ταυτότητα, αναγνώρισης, την αναγνώριση, αναγνωρίσεως, η αναγνώριση
- kapittel στα ελληνικά - κεφάλαιο, κεφαλαίου, το κεφάλαιο, του κεφαλαίου, κεφάλαιο αυτό
- samenbinden στα ελληνικά - κατατάσσομαι, ενώνω, συνενώνω, συνδέω, astringe
Τυχαίες λέξεις
Vaan στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάβαρο, σημαία, μπαϊράκι, Διαφήμιση, banner, πανό
Μεταφράσεις: λάβαρο, σημαία, μπαϊράκι, Διαφήμιση, banner, πανό